Την αρετήν σας άμποτε
Να μιμηθώ εις τον κόσμον
Και φέρω την λύραν μου
Με σας να ψάλλω
Ανδρέας Κάλβος, «Εις Σούλι»
Ο δωρικός και απέριττος τόπος μεγαλώνει ασυμβίβαστους ανθρώπους, ακόμη και σήμερα. Όταν η Αρχαιολογική Υπηρεσία τοποθέτησε εδώ μια από τις γνωστές καφέ και κίτρινες πινακίδες που έγραφε «Κάστρο Αλή πασά» οι Σουλιώτες ξεσηκώθηκαν και ανάγκασαν τους αρχαιολόγους να τη μαζέψουν. «Γιατί του Αλή πασά ήταν;» λέει ο βοσκός φουρκισμένος. Μια αντιπαλότητα που φαίνεται ότι κρατά ακόμη μέσα στη μνήμη των ανθρώπων που αισθάνονται εδώ τις ρίζες τους.
Κι όμως το κάστρο το έκτισε ο Αλή Πασάς, τουλάχιστον με τη μορφή που έχει σήμερα – απέναντι από τη Ράχη της Αστραπής, μετά τον ξεριζωμό των Σουλιωτών από τα βουνά τους το 1803, ακριβώς για να μην ξαναγυρίσουν σε αυτά. Εξάλλου αυτοί οι σκληροτράχηλοι πολεμιστές με την «σπαρτιάτικη» εκπαίδευση δεν γνώριζαν από κάστρα, αλλά έπιαναν ένα φυσικό συνήθως «ταμπούρι», από τα πάμπολλα που τους πρόσφεραν τα βουνά τους, κι από εκεί επιδίδονταν σε κλεφτοπόλεμο ακόμη και τη νύχτα. Αυτή ήταν η τέχνη που γνώριζαν πιότερο από κάθε άλλη. Και βέβαια δεν άφησαν ανεκμετάλλευτα τα βράχια αυτού του λόφου που δέσποζαν πάνω από το χωριό, την Κιάφα, τα σπίτια της οποίας ήσαν οι «πολεμικοί πύργοι» που φύλαγαν το μοναδικό πέρασμα για το οροπέδιο του Σουλίου, μετά την «εμπροσθοφυλακή» του Αβαρίκου. Θρυλείται ότι από την κορυφή του λόφου της Κιάφας ξεκίνησε και η επίθεση των 400 γυναικών του Σουλίου με επικεφαλής τη Μόσκω Τζαβέλα, στην εκστρατεία του καλοκαιριού του 1792, οι οποίες έδωσαν το σύνθημα της υποχώρησης στον στρατό του Αλή, αναγκάζοντας και τον ίδιο να καταφύγει στα Γιάννενα για να σωθεί.
Είχε λοιπόν συμβολική σημασία για τον Αλή πασά να κτίσει εδώ ένα κάστρο-σεράι, με τείχη και πολυγωνικοί προμαχώνες, δύο πύλες εισόδου, ζεματίστρα, πολεμίστρες για ελαφρά όπλα, αθέατους διάδρομους επικοινωνίας, αποθήκες, δύο στέρνες, ενδιάμεσους προμαχώνες και ότι άλλο μπορούσε να κάνει ένα οχυρό απόρθητο. Να όμως που κατά παράδοξο τρόπο οι Σουλιώτες συμφώνησαν με τον μεγάλο εχθρό τους να πατήσουν ξανά αυτά τα μέρη και να μπουν στο κάστρο αυτοί οι λίγοι που είχαν απομείνει από τη σφαγή, δεκαεπτά μόλις χρόνια μετά τη φυγή τους.
Όλα αυτά συντηρούν τη μυθολογία του τόπου, αλλά όχι και το ίδιο το κάστρο, που είναι αφρόντιστο και ασυντήρητο, όπως και το μονοπάτι που ανηφορίζει απεριποίητο μέχρι την ανοιχτή πύλη. Σε ένα μόνο μικρό τμήμα του μπορεί ο επισκέπτης που ακολούθησε την πινακίδα και άρχισε να ανηφορίζει να συναντήσει το παλιό πλακόστρωτο. Βέβαια η εκπληκτική θέα που προσφέρει και η ατμόσφαιρα που δημιουργεί, αποζημιώνουν με το παραπάνω αυτόν που θα αφιερώσει κοντά μισή ώρα για να ανέβει στο κάστρο. Εξάλλου είναι μια άλλη οπτική γωνία για να δει κανείς το Κούγκι απέναντι. Αξίζει ο κόπος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου