12 Απρ 2012

Η χάρη του Αϊ-Γιώργη του Μαντιλά στα Μετέωρα


Με κομμένη την ανάσα…
Τα Μετέωρα σου κόβουν την ανάσα, είτε κοιτάς τους θεόρατους βράχους, είτε παρακολουθείς τους ανθρώπους να σκαρφαλώνουν σε αυτούς. Και τα δυο έχουν σχέση μεταξύ τους. Οι επιβλητικοί βράχοι είναι πρόκληση να ανέβεις στην κορυφή τους και ένα τόσο όμορφο τοπίο, από ψηλά, φαντάζει στα μάτια σου εκπληκτικό. Κι όλα αυτά τα απολαμβάνεις δοκιμάζοντας τις δυνάμεις σου, χωρίς να χρειαστεί να γίνεις μοναχός στις κορυφές των βράχων. Κι αυτοί τις αντοχές τους θέτουν σε δοκιμασία και κερδίζουν τη γαλήνη. Γι αυτό η αναρρίχηση στο πέτρινο δάσος είναι παράδοση, και τόσο δεμένη με τη ζωή του τόπου. Τι πιο ζωντανό από το έθιμο του Αι Γιώργη του Μαντηλά. Όλα μαζί, βράχοι, αναρρίχηση, πίστη, παράδοση, γίνονται ένας χορός την ημέρα της εορτής τους δυναμικού άγιου, στις 23 Απριλίου. Οι άνθρωποι που ζουν στη σκιά των Μετεώρων, στο Καστράκι και την Καλαμπάκα, έρχονται στη βάση του Αγίου Πνεύματος και κρατούν μαντήλια. Μετά τη λειτουργία φεύγουν κρατώντας πάλι μαντήλια και πηγαίνουν να χορέψουν στην πλατεία στο Καστράκι, τραγουδώντας για τους αγέρωχους βράχους που τους κοιτάζουν από ψηλά…


Η παλιά ιστορία  της αναρρίχησης
Η ένταση προς τον ουρανό, έθελγε πάντα τους ανθρώπους και αυτοί οι απόκοσμοι βράχοι ήταν μια «σκάλα» για να σκαρφαλώσεις πιο κοντά στο Θεό. Βλέπεις παντού στους κάθετους ή και με αρνητική κλήση βράχους ανθρώπους να αγωνίζονται να ανέβουν. Ακόμη και με πολύ σύγχρονο εξοπλισμό, με κατάλληλα ρούχα, ανθεκτικά σχοινιά, καρφιά και ασφάλειες, με διαμορφωμένες ήδη στρατηγικές αναρρίχησης, αυτές οι διαδρομές παρουσιάζουν το μέγιστο βαθμό δυσκολίας. Το λένε και τα ονόματά τους, είτε αυτά είναι ποιητικά όπως «Ουράνια Σκάλα», «Γραμμή της Πίπτουσας Σταγόνας»,  «Δρόμος των Νερών», ή περιγράφουν πολύ ρεαλιστικά την κατάσταση, όπως η διαδρομή «Δίεδρο της Σχιζοφρένειας» στον βράχο του Αγίου Πνεύματος. Στην κορυφή αυτού του βράχου ο τσάρος των Σέρβων Στέφανος Δουσάν διέταξε σε ανάμνηση των στρατιωτικών νικών του στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία να στηθεί το 1348 ένας μεταλλικός σταυρός. Αυτοί που τον κατέβασαν το 1975 για να τον τοποθετήσουν στη μονή Βαρλαάμ, έφτασαν στην κορυφή του βράχου με ελικόπτερο. Αποκλείεται ο σταυρός να τοποθετήθηκε με τον ίδιο τρόπο. Κάποιος σκαρφάλωσε και τον τοποθέτησε. Πως κατάφερε όμως κάτι που ακόμη και με τα σύγχρονα μέσα φαντάζει ακατόρθωτο;
Η δυσκολία του εγχειρήματος ανάβασης στους βράχους, έκανε πολλούς να φαντάζονται απίθανες μεθόδους για την πραγματοποίησή του.  Ετσι είδαν μέχρι και χάρτινους ή και πραγματικούς αετούς να μεταφέρουν σχοινιά στις κορφές των βράχων. Αλλά, όπως μας είχε διαφωτίσει παλιότερα  ο δεινός ορειβάτης Χρήστος Λάμπρης, στους βράχους ανέβαιναν άνθρωποι με δικές τους δυνάμεις ήδη από πολύ παλιά. Μάλιστα στη διάρκεια του 14ου αιώνα κάποιος άνθρωπος έφτασε σχεδόν στην κορυφή του τρομερού βράχου Αλυσος, περνώντας με τα στοιχειώδη μέσα της εποχής από ορισμένα περάσματα 5ου βαθμού δυσκολίας. Πουθενά αλλού στον κόσμο δεν υπάρχουν ίχνη τόσο δύσκολης αναρρίχησης σε τόσο πρώιμη εποχή. Φανταστείτε ότι η πρώτη επίσημη αναρριχητική διαδρομή πραγματοποιήθηκε το 1842 στο Μοντ Αϊγκίγ στο Ντοφινέ με τη βοήθεια σκάλας και σχοινιών από τον Αντουάν ντε Βιλ και τους οκτώ σχοινο-συντρόφους του.
Φαίνεται όμως ότι δεν ήσαν μοναχοί οι πρώτοι που ένοιωσαν την ανάγκη να κινηθούν προς τον ουρανό. Ο όσιος Αθανάσιος, ο οποίος ίδρυσε τη μονή του Μεγάλου Μετεώρου πριν πεντακόσια τόσα χρόνια, προσέλαβε ιθαγενή αναρριχητή για να τον βοηθήσει να ανέβει στον Πλατύ Λίθο. Οι αναρριχητές χρησιμοποιούσαν στην αρχή μια σκάλα και στη συνέχεια άρχιζαν να μπήγουν ξύλα στις τρύπες του βράχου, ή σκάλιζαν σκαλοπάτια όπου μπορούσαν. Την ίδια ανάγκη αισθάνονται και σήμερα πάρα πολλοί αναρριχητές – τα Μετέωρα είναι ένα από τα πιο διάσημα πεδία αναρρίχησης στον κόσμο – και μεθοδικά και μεγάλη υπομονή κερδίζουν πόντο-πόντο την κάθετη, λεία επιφάνεια του βράχου μέχρι την κορυφή. Είναι τόσο συναρπαστικό το εγχείρημα, που ακόμη και οι επίσης πολλοί θεατές, νοιώθουν έντονα την αγωνία της προσπάθειας, αν και γνωρίζουν ότι οι αναρριχητές φροντίζουν το κάθε μικρό βήμα τους να είναι ασφαλισμένο…
Ο βράχος με τα τάματα
Δυο φορές το χρόνο,  οι άνθρωποι των Μετεώρων που έχουν την αναρρίχηση στο αίμα τους, ανεβαίνουν της Αγίας Τριάδας στην κορυφή του ομώνυμου βράχου και τοποθετούν ένα μαντήλι και του Αγίου Γεωργίου ή τη δεύτερη ημέρα του Πάσχα, πάλι στον ίδιο βράχο, ανεβάζουν εκατοντάδες μαντήλια στη σκήτη του Αγίου.
Εδώ στη πλευρά του Αγίου Πνεύματος που βλέπει προς το Καστράκι, σε ένα κοίλωμα στη μέση της τέλεια κομμένης, με μαχαίρι λες, πλευράς, υπάρχει η παλιά σκήτη του Αγίου Γεωργίου. Τώρα σώζονται μερικά ερείπια και ξεχωρίζει μια βραχογραφία του Παντοκράτορα. Η παράδοση θέλει έναν Τούρκο που έκοβε ξύλα, να καταπλακώνεται από έναν κορμό και να κινδυνεύει η ζωή του. Η γυναίκα του έσπευσε να αφιερώσει στον Αγιο τη μουσουλμανική μαντίλα της. Κι έτσι ο Αι Γιώργης έγινε Μαντιλάς.
Οι πιστοί προσπερνούν το καινούργιο εκκλησάκι που οικοδομήθηκε στη βάση του βράχου και στο οποίο έχει ήδη αρχίσει η λειτουργία, και πηγαίνουν στα παιδιά που από νωρίς έχουν αρχίσει να ανεβοκατεβαίνουν με τη βοήθεια σχοινιών από την σκήτη. Τους δίνουν καινούργια μαντίλια και λαμπάδες κι αυτά τα περνούν στη μέση τους και αρχίζουν να σκαρφαλώνουν με το πολύχρωμο φορτίο τους. Είναι εξασκημένοι, αλλά και πιστεύουν ότι κάποιος του φυλάει, γιατί ποτέ δεν συνέβη μεγάλο κακό. Πάνω μαζεύουν και ζώνονται τα μαντίλια που κρέμασαν την προηγούμενη χρονιά, και ξεζώνονται και κρεμούν τα καινούργια. Τα παλιά τα πάνε στο ιερό της εκκλησιάς και οι επίτροποι τα κόβουν κομμάτια και τα προσφέρουν ως φυλακτά μαζί με τον άρτο, το αντίδωρο και παραδοσιακό γλύκισμα από στάρι.

Κάποια στιγμή, οι αναρριχητές ακούγονται να τραγουδούν πάνω στη σκήτη. Αυτό είναι το σύνθημα ότι η τελετή πάει να τελειώσει. Ενας ένας πιάνουν τα σχοινιά και αρχίζουν να κατεβαίνουν.  Ο τελευταίος περνά  ένα άσπρο μαντήλι στο μεγάλο καρφί που ήταν στερεωμένα τα σχοινιά. Τα σχοινιά πέφτουν και το μαντήλι μένει εκεί να ανεμίζει μαζί με όλα τα άλλα πάνω στη σκήτη.
Οι αναρριχητές μαζί με όλους τους άλλους χωριανούς τους κατηφορίζουν στην πλατεία στο Καστράκι και πιάνουν στην πλατεία έναν τεράστιο κύκλο, έναν απίθανο χορό τραγουδώντας μόνο με το στόμα τους, χωρίς όργανα ή μεγάφωνα, παραδοσιακά τραγούδια με φόντο τους βράχους της ζωής τους.

Ολόκληρο το ρεπορτάζ για τα Μετέωρα στα Ταξίδια του "Βήματος" το Μεγάλο Σάββατο 14 Απριλίου

6 Απρ 2012

Μεγάλη Εβδομάδα στη Μονεμβασιά


Η μαγεία και το μυστήριο της σιωπής

Το Κάτω Κάστρο κοιμάται αγκαλιά με τη σιωπή του: «Τοπίο σκληρό σαν τη σιωπή» μονολογούσε ο ποιητής. Μόνο ο ήλιος κάνει «θόρυβο» στον ορίζοντα, όσο θόρυβο μπορεί να κάνει ο ήλιος που αφήνει το επισκεπτήριό του προβάλλοντας από τα σύννεφα. Αυτό όμως είναι αρκετό να γλυκάνει το τοπίο, κάνοντας την εκκλησιά της Παναγίας πραγματικά Χρυσαφίτισσα. Κι η θάλασσα κάνει ένα γλυκό θόρυβο, καθώς νανουρίζει την πολιτεία που κοιμάται ακόμη μέσα στο λίκνο των αιώνων. Πίσω το Επάνω Κάστρο, στα χρώματα της άνοιξης στέκει ακόμη πιο σιωπηλό. Είναι ξημέρωμα, αλλά εδώ πάνω λίγοι επισκέπτες ανεβαίνουν το οχυρωμένο καλντερίμι και αυτοί δεν μιλούν ανάμεσα στα ερείπια. Αν δεν φυσούσε τόσο δυνατά ο αγέρας, ίσως ακουγόταν το μολύβι του Πάβλου Χαμπίδη, του ζωγράφου με όλα τα στοιχεία παλιού περιηγητή του θρυλικού Grand Tour των ευρωπαίων ευγενών, που σκιτσάριζε συγκρατώντας με κόπο τα χαρτιά του τη ριψοκίνδυνη Αγία Σοφία. Τίποτε δεν είναι ικανό να σε εμποδίσει να προσπαθήσεις να κρατήσεις για πάντα μέσα σου τη μαγεία του «υπερνεφέλους φρουρίου» της Μονεμβασιάς που η εβδομάδα των Παθών και της Ανάστασης ενισχύει το μυστήριο του…


Ο Ελκόμενος Χριστός και ο «Ιούδας»

Εφέτος θα είναι η πρώτη χρονιά μετά από 32 χρόνια που η «ίσως η σπουδαιότερη Σταύρωση σε φορητή εικόνα» κατά τον κυρ Φώτιο Κόντογλου θα βρίσκεται στο «σπίτι» της, στην εκκλησιά που αυτήν πήρε το όνομά της, του Ελκόμενου Χριστού. Η εικόνα, του 1400, είχε κλαπεί και επέστρεψε. Θα λείπει όμως ο μπάρμπα-Μήτσος, ο μάστορας του δρώμενου με τον «Ιούδα», και όλοι νοιάζονται πως θα γίνει εφέτος αυτό το χαρακτηριστικό έθιμο το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα. Ο μπάρμπα Μήτσος, που πουλούσε στο σοκάκι της μέσης την καλύτερη ρίγανη από το Επάνω Κάστρο, όταν περνούσε την πύλη της καστροπολιτείας έλεγε ότι πάει στο εξωτερικό. Και τώρα στα 95 χρόνια του, αρρώστησε και ήλθε στην Αθήνα στα παιδιά του. Όμως, αυτός μόνο ήξερε την τέχνη να γεμίζει με μπαρούτι από τη Δημητσάνα και να καίει τον Ιούδα κρεμασμένο στη μουριά, έξω από τον Ελκόμενο. Εψαχνε τις τσέπες του ανδρείκελου, έβρισκε τα αργύρια που ο ίδιος είχε βάλει και γινόταν έξαλλος: «Πήρες χρήματα για να προδώσεις τον Χριστό; Τώρα θα δεις τι θα σου κάνω»… Και έβαζε φωτιά στις εφημερίδες που τύλιγαν τα παπούτσια του Ιούδα. Οι εκρήξεις προχωρούσαν προς τα πάνω και γίνονται όλο και πιο σφοδρές, μέχρι που έμενε ο σκελετός του ανδρείκελου να κρέμεται κρεμασμένο στη μουριά. Ο Μπάρμπα Μήτσος το είχε καημό να βρεθεί κάποιος νεότερος να συνεχίσει αυτό το έθιμο που έχει βίο αιώνων και όλοι εύχονται αυτός να βρεθεί από εφέτος.
Την προηγούμενη νύχτα της Ανάστασης τα σοκάκια και οι δρομικές πλημμυρίζουν από το Αγιο φως που ενώνεται με τα παλιομοδίτικα φανάρια. Το προηγούμενο βράδυ, της Μεγάλης Παρασκευής, τα φανάρια του επιταφίου διέγραψαν την πορεία τους στην αγορά, έφτασαν στην πύλη και άρχισαν να κατηφορίζουν προς το τείχος, στη Μικρή Ντάπια, μετά περνούν από τη Μεγάλη Ντάπια και τη Χρυσαφίτισσα και επιστρέφουν στον Ελκόμενο. Ολοι κρατούν τα κεριά τους και κάποιοι δεν έχουν ακόμη κινηθεί από τη θέση τους όταν ο επιτάφιος επιστρέφει στην εκκλησιά.


Τα σχέδια του ζωγράφου Πάβλου Χαμπίδη δημοσιεύονται στο «Βήμα» της Κυριακής 8 Απριλίου, στο ταξιδιωτικό ρεπορτάζ «Μονεμβασιά, στο φως των κεριών»